«SOS, βρες τρόπο να φύγω από το Νοσοκομείο»: Ο σπαραγμός διασωληνωμένου στην Κύπρο – Για εγκληματική αμέλεια κάνουν λόγο οι οικείοι

Δυστυχώς ο άνθρωπος δεν βρίσκεται πια εν ζωή.

«SOS SOS. Βρες τρόπο. Σε παρακαλώ. I want to go home. Θέλω να φάω». Είναι τα τελευταία σοκαριστικά λόγια ενός ασθενή που τα έγραψε σε χαρτί προς την οικογένεια του, πριν πεθάνει σε θάλαμο στο Γενικό Νοσοκομείο Λευκωσίας.

Οι δικοί του με επιστολή – καταπέλτη προς τον υπουργό Υγείας, τον ΟΚΥπΥ, τον διευθυντή του Νοσοκομείου και τη διευθύντρια του Πνευμονολογικού Θαλάμου, ζητούν εξηγήσεις γιατί ο δικός τους άνθρωπος πέθανε σχεδόν αβοήθητος, με μια μάσκα που τον έπνιγε αντί να τον βοηθά, του έκανε πληγές στη μύτη, χωρίς φαγητό, με δεμένα τα χέρια στο κρεβάτι για να μην αφαιρεί τη μάσκα, με μώλωπες στους καρπούς και με ισχυρισμούς ότι δεν έτυχε της δέουσας φροντίδας.

Τον θάνατό του τον αποδεχθήκαμε, ανέφερε στον «Φ» η σύζυγός του Ζωή Τσερκέζου, αυτό που δεν μπορούμε να δεχθούμε είναι ότι έφυγε βασανισμένος. Ο Βάσος Τσερκέζος εισήχθη στο Γενικό Νοσοκομείο Λευκωσίας στις 2 Μαΐου και 11 ημέρες αργότερα πέθανε στο κρεβάτι του πόνου. Τόσο η σύζυγός του όσο και η θυγατέρα του Πόλυ που ήρθε από την Ελβετία για να του συμπαρασταθεί, ισχυρίζονται ότι ο θάνατος του 85χρονου συζύγου και πατέρα ήταν αποτέλεσμα αμέλειας.

Η σύζυγός του με επιστολή της ημερομηνίας 15 Μαΐου, παρέθετε μια σειρά από γεγονότα, κατέγραφε τις αγωνιώδεις προσπάθειες των συγγενών ο ασθενής τους να έχει μια καλύτερη φροντίδα, ο οποίος τελικά κατέληξε με δεμένα τα χέρια στο κρεβάτι του και μια μάσκα που τον έπνιγε ασφυκτικά. Αναφέρεται στην επιστολή της κ. Ζωής Τσερκέζου:

«Ο Όρκος του Ιπποκράτη, που δίνεται από τους ιατρούς, ο οποίος εκφράζει τα τέλεια συναισθήματα της ανθρώπινης ψυχής: συμπόνοια, θυσία και ανιδιοτελή προσφορά προς τον συνάνθρωπο, δυστυχώς την σήμερον ημέρα έχει χάσει την αξία του και πολλοί επαγγελματίες υγείας εξελίχθηκαν σε αδιάφορους. Δεν φαίνεται να ενδιαφέρονται για τους ασθενείς που στηρίζονται από αυτούς. Οι σημαντικές αξίες της ανθρώπινης αξιοπρέπειας που πρέπει να έχουν ιατροί και νοσηλευτές, άρχισαν να φθίνουν και να εξαλείφονται. Ο λόγος της επιστολής δεν είναι εκδικητικός. Εάν όλοι μας σιωπούμε, τότε δεν θα γίνει καλύτερο το σύστημα, αλλά συνεχώς θα χειροτερεύει.

Ο σύζυγός μου, χρειάστηκε να παραμείνει στην Πνευμονολογική Κλινική του Γενικού Νοσοκομείου Λευκωσίας, με λοίμωξη των πνευμόνων (δεν είχε κορωνοϊό). Πρόσφατα διαγνώστηκε με ίνωση των πνευμόνων. Η κατάστασή του ήταν κρίσιμη λόγω της λοίμωξης αλλά μπορούσε να καταπολεμηθεί. Γνωρίζαμε ότι η κατάσταση της υγείας του δεν ήταν καλή, όμως μπορούσε να ζούσε για πολύ ακόμα. Είναι αντιδεοντολογικό και ανήθικο εκ μέρους κάποιων ιατρών και νοσηλευτικού προσωπικού να μην δίνουν σημασία στον ασθενή και να τον αφήσουν χωρίς φροντίδα. Ήταν 85 χρόνων αλλά σκεφτόταν και ενεργούσε σαν πολύ νεότερος.»

Όπως υποστηρίζεται στην επιστολή, «για 11 ημέρες αυτός ο άνθρωπος δεν είχε αγάπη ή συμπόνια ή συμπαράσταση ή ένα χέρι βοήθειας από αυτούς που έπρεπε να ήταν δίπλα του. Για 11 ημέρες έμεινε χωρίς φαγητό. Μου τηλεφωνούσε και ζητούσε επίμονα να τον φύγω. Το δε αποκορύφωμα ήταν το τελευταίο βράδυ πριν πεθάνει, που μου έδωσε σημείωση που έγραψε ο ίδιος, η οποία έλεγε:

SOS SOS

Βρες τρόπο

Σε παρακαλώ

I want to go home

Θέλω να φάω

«Ξέρετε πώς νιώθουμε εγώ και τα παιδιά μου και τα 6 εγγονάκια μου; Έφυγε απογοητευμένος, πικραμένος και εγκαταλελειμμένος. Και όμως, δυστυχώς είχε πλήρως τις αισθήσεις του και καταλάβαινε τα πάντα μέχρι την τελευταία του πνοή. Έφυγε με θλίψη και χωρίς φροντίδα.

Ο/η γιατρός του, μου υποσχόταν κάθε μέρα ότι θα αλλάξουν τη μάσκα και θα τοποθετούσαν σωλήνα από τη μύτη για να ανακουφιστεί και να μπορέσει να φάει. Εάν γινόταν αυτό, πιστεύω ότι δεν θα πέθαινε ή τουλάχιστον θα έφευγε αβασάνιστος. Είχε για 11 μέρες μία μάσκα ασφυκτικά γύρω από τη μύτη και το στόμα του. Η μύτη ήταν πληγωμένη και ματωμένη από τη μάσκα και χρειάστηκε να ζητήσουμε δύο φορές για να προστατεύσουν την πληγή. Στα ελάχιστα λεπτά που μας επιτράπηκε να είμαστε δίπλα στο σύζυγο μου», όπως υποστηρίζεται στην επιστολή, «είδαμε με απελπισία και απόγνωση εμφανή τα σημάδια του εξευτελισμού και της αδιαφορίας που βίωσε κατά τις 11 εφιαλτικές μέρες που ήταν στο “έλεος” κάποιων γιατρών, προϊσταμένων και νοσηλευτών του Πνευμονολογικού θαλάμου του Γενικού Νοσοκομείου Λευκωσίας. Και στα δύο του χέρια υπήρχαν εκτενείς μώλωπες από τα δεσμά με τα οποία του έδεναν τα χέρια, προφανώς για να καταστεί πιο συνεργάσιμος και βολικός ασθενής. Η μύτη του είχε πληγές από τη μάσκα οξυγόνου τις οποίες για μέρες κανείς δεν ασχολήθηκε να φροντίσει».

Περαιτέρω στην επιστολή οι συγγενείς αναφέρονται στις επανειλημμένες εκκλήσεις που έκαναν για να χρησιμοποιηθεί πιο κατάλληλη μάσκα οξυγόνου που ίσως να του έδινε τη δυνατότητα να μιλήσει και να επικοινωνήσει καθώς και να φάει λίγο φαγητό, πράγμα που ζητούσε απεγνωσμένα ο ίδιος συνεχώς. «Δυστυχώς παρά τις υποσχέσεις των νοσηλευτών οι εκκλήσεις μας τελικά δεν εισακούστηκαν ή κρίθηκε ότι δεν ήταν “βολικό” να εφαρμοστούν καθώς φαίνεται ότι η απαιτούμενη υπομονή, επιμονή και ανθρωπιά απλά δεν υπήρχαν στον Πνευμονολογικό θάλαμο», υποστηρίζεται.

Πέντε λεπτά κάθε μέρα

Στη συνέχεια καταγράφονται οι προτροπές της συζύγου να της επιτραπεί να είναι δίπλα του για κάποιο ουσιαστικό χρόνο ώστε να του προσφέρει τη συμπαράσταση που τόσο χρειαζόταν «και την οποία δυστυχώς δεν μπορούσαν ή δεν ήθελαν να του προσφέρουν οι νοσηλευτές. Είχα εμβολιαστεί πλήρως για το covid-19 από τον Μάρτιο 2021 και ήμουν διατεθειμένη να κάνω οτιδήποτε μου ζητούσαν για να μου επιτραπεί να είμαι δίπλα του για να του συμπαρασταθώ. Δυστυχώς, παρά τις αγωνιώδεις παρακλήσεις μας, μου επέτρεπαν να είμαι δίπλα του λιγότερο από πέντε λεπτά κάθε μέρα», σημειώνει.

Στην ίδια επιστολή τονίζεται ο ισχυρισμός ότι «ο σύζυγος μου ουσιαστικά πέθανε από ασιτία, φιμωμένος με μια μάσκα οξυγόνου και στερούμενος της φροντίδας και συμπαράστασης που ίσως να έκανε τη διαφορά μεταξύ ζωής και θανάτου ή τουλάχιστο μεταξύ ενός θανάτου με αξιοπρέπεια και ενός μοναχικού θανάτου σε ένα αδιάφορο και ψυχρό μέρος. Βασικά στερήθηκε το πιο πολύτιμο ίσως φάρμακο, αυτό της ψυχολογικής στήριξης και φροντίδας, της συμπαράστασης που θα αναπτέρωνε το ηθικό του και θα του έδινε ελπίδα στον δύσκολο αγώνα για ανάρρωση».

Η σύζυγος σημειώνει, στην ίδια επιστολή, πως αν ο πραγματικός στόχος των νοσηλευτών ήταν η παροχή φροντίδας με γνώμονα τη βελτίωση της ποιότητας της ζωής του συζύγου της κατά τις δύσκολες αυτές ώρες και μέρες, τότε έχουν αποτύχει παταγωδώς. «Διερωτώμαι πώς θα ένιωθαν εάν ήταν ο σύζυγος τους ή ο πατέρας τους στη θέση του δικού μας συζύγου και πατέρα. Θα ένιωθαν άραγε ότι ο άνθρωπος τους έτυχε της κατάλληλης φροντίδας και προσοχής;»

Τον πέθαναν… μισή ώρα νωρίτερα

Όπως αναφέρεται στην επιστολή-καταγγελία προς τον υπουργό Υγείας, στις 13 Μαΐου 06:32 η σύζυγος έλαβε ένα τηλεφώνημα από το νοσοκομείο ότι ο σύζυγός της πέθανε. Όταν ρώτησα πότε μου είπαν ότι συνέβη περίπου μισή ώρα νωρίτερα. Περιέργως, το πιστοποιητικό θανάτου αναφέρει την ώρα του θανάτου 06:31 Εγώ και τα παιδιά μου φτάσαμε στο νοσοκομείο στις 07:18.

Το σώμα του συζύγου μου ήταν ήδη κρύο και το στόμα ανοιχτό και άκαμπτο. Όταν πήγαμε σπίτι είδαμε ότι ο ίδιος έκανε ένα σύντομο βίντεο στις 13 Μαΐου με το τηλέφωνό του στη 01:37 το πρωί. Στο βίντεο ακούγεται μόνο η βαριά αναπνοή του που στο τέλος φαίνεται να σταματά. «Γι’ αυτό ζητάμε τώρα την αλήθεια, καθώς και όλες τις αναφορές και τα αποτελέσματα των δοκιμών (αιματολογικά, ακτινολογικά κ.λπ.) που πραγματοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια της παραμονής του στο νοσοκομείο. Ο άντρας μου δεν πέθανε με το θέλημα του Θεού, αλλά κατά τη γνώμη μου, όπως υπάρχει ισχυρισμός, από την εγκληματική αδιαφορία των ανθρώπων που περιμέναμε να τον σώσουν. Κάποιοι επαγγελματίες υγείας ήταν υπερόπτες / αλαζόνες, αδιάφοροι και νομίζουν ότι είναι απλά σπουδαίοι. Κάποιοι δεν έπρεπε να γίνουν ποτέ επαγγελματίες υγείας. Απέχουν πολύ από αυτό τον τίτλο και το λειτούργημα. Ο πόνος είναι πολλαπλάσιος όχι μόνο γιατί έφυγε, αλλά για τον τρόπο που έφυγε» .

Η οικογένεια ευχαριστεί στην επιστολή της από καρδιάς τους λιγοστούς, όπως αναφέρει, επαγγελματίες υγείας που έδειξαν την πρέπουσα συμπεριφορά (ούτε στα δάκτυλα του ενός χεριού δεν μετριούνται) και θέλουμε να μεταφέρετε την απογοήτευση και τον πόνο μας στην Πνευμονολογική Κλινική του Γενικού Νοσοκομείου Λευκωσίας. Η κ. Ζωή, κατονόμασε ως παράδειγμα προς μίμηση, τις νοσηλεύτριες Ζωή και Θέκλα που ήταν πάντα πρόθυμες να βοηθήσουν και να εξυπηρετήσουν ανθρωπιστικά τόσο τον ασθενή τους όσο και την οικογένεια.

Έτοιμη από τον Ιούνιο η απάντηση

Το υπουργείο Υγείας απάντησε στην επιστολή της κ. Ζωής Τσερκέζου στις 4 Ιουνίου όπου αφού της εκφράζονται τα συλλυπητήρια του υπουργείου, την πληροφορούν ότι αυτή διαβιβάστηκε στον γενικό διευθυντή του ΟΚΥπΥ για διερεύνηση. Μέχρι σήμερα η οικογένεια δεν έχει λάβει καμιά απάντηση.

Ο «Φ» αποτάθηκε στον ΟΚΥπΥ για να έχει τη θέση του αναφορικά με τα ζητήματα που εγείρονται στην επιστολή. Όπως μας αναφέρθηκε, η απάντηση στην επιστολή ετοιμάστηκε από τη διευθύντρια του Πνευμονολογικού Θαλάμου και δόθηκε από το Γραφείο Ποιότητας του Γ.Ν. Λευκωσίας από τις 27 Ιουνίου. Ωστόσο, μέχρι σήμερα αυτή δεν έχει διαβιβαστεί στην παραπονούμενη.

Στην επιστολή, όπως ενημερωθήκαμε, αντικρούονται όλα τα ζητήματα που εγείρονται: Ο τύπος της μάσκας που χρησιμοποιήθηκε ήταν ο ενδεδειγμένος για την περίπτωση του ασθενή ο οποίος έπαιρνε βαριά αντιβιοτικά, δεν σιτιζόταν γιατί είχε βαριά αναπνευστική ανεπάρκεια και δεν μπορούσε να του αφαιρεθεί η μάσκα, ήταν δεμένος στο κρεβάτι του επειδή ο ασθενής προσπαθούσε να αφαιρέσει τη μάσκα, ενώ οι μώλωπες που έφερε αποδίδονται στους φλεβοκαθετήρες και όχι στο δέσιμο των καρπών.

(Από philenews)

ΠΟΛΙΤΙΚΟΛΟΓΙΕΣ

ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΔΙΑΒΑΣΕΤΕ

Κύρια Θέματα

ΕΥΚΑΙΡΙΕΣ ΑΓΟΡΩΝ

Κάθε μέρα μαζί