Οι δύο προμηθευτές των Ενόπλων Δυνάμεων

Μέσω καραμπόλας, η Πολεμική Αεροπορία έχει δύο κύριους προμηθευτές με τον μείζονα προμηθευτή να είναι οι ΗΠΑ και τον δεύτερο ελάσσον να είναι η Γαλλία. Ο στόλος των άνω των 150 μαχητικών F-16 και των ακόμα 34 F-4 υποδεικνύουν και το μέγεθος τη εξάρτησης από τον αμερικανικό παράγοντα.

Ο οποίος αμερικανικός παράφγοντας θα είχε το απόλυτο αν δεν είχαν γίνει οι προμήθειες των γαλλικών μαχητικών από τη δεκαετία του 1970 και έπειτα, απόφαση η οποία πάρθηκε καθαρά για πολιτικούς λόγους οπότε η Πολεμική Αεροπορία απέκτησε και τη λεγόμενη «γαλλική πτέρυγα». 

Αρκετές συζητήσεις έχουν γίνει κατά καιρούς για το πόσο αυτή η διχρωμία στην Πολεμική Αεροπορία είναι ανασταλτικός παράγοντας στην υποστήριξη των μαχητικών αεροσκαφών της αφού τα κονδύλια δεν πάνε μόνο σε μία πλευρά, καθιστώντας εύκολη τη συμβασιοποίηση της υποστήριξης των αεροσκαφών και τις προμήθειας των όπλων της αλλά σε δύο  με τον δεύτερο να έχει διαφορετικές διαδικασίες και να είναι εν μέρη και πιο ακριβός σε συγκεκριμένους τομείς. 

Για το λόγο αυτό πολλοί πρότειναν την πλήρη αποχώρηση των γαλλικών μαχητικών από τις τάξεις της Πολεμικής Αεροπορίας από τη στιγμή που οι ΗΠΑ είχαν ποσοτικά το πάνω χέρι ώστε να επιτευχθεί ομοιοτυπία και οικονομία στα διατιθέμενα κονδύλια προς την Πολεμική Αεροπορία. Αυτό βεβαια δεν έγινε και η προμήθεια των Rafale επέκτεινε την παρουσία των Γάλλων στην Τανάγρα για δεκαετίες ακόμα με την Πολεμική Αεροπορία να χρειάζεται να συνεχίσει τη διαχείριση των κονδυλίων της προς δύο προμηθευτές. 

Η άποψη της πλήρης εξάρτησης από μία πηγή, ειδικά για τον καίριο κλάδο της Πολεμικής Αεροπορίας είναι λανθασμένη καθώς σε αυτή την περίπτωση μπορεί υπάρχει άμεση και απόλυτη εξάρτηση από τρίτη χώρα για τον Κλάδο που σε μία σύγκρουση θα είναι και αυτός που θα δώσει τη νίκη ή την ήττα. Αν για παράδειγμα η Ελλάδα τα χαλάσει με τις ΗΠΑ και κοπεί ή καθυστερήσει επίτηδες η υποστήριξη των αμερικανικής προέλευσης μέσων ή δεν επιτραπεί η αναβάθμισή τους ή εμποδιστεί η ανανέωσή τους, τότε η Αεροπορία δε θα μπορεί να τα λειτουγήσει ως θέλει και να τα διατηρήσει στους αριθμούς που επιθυμεί ώστε να έχει το μεγαλύτερο αριθμό μαχητικών διαθέσιμων. Αντίστοιχα ισχύουν σε περίπτωση εξάρτησης από οποιαδήποτε τρίτη μεγάλη χώρα και δεν αφορά μόνο τις ΗΠΑ αυτή η διαπίστωση η οποία εν προκειμένω χρησιμοποιήθηκε ως παράδειγμα. 

H Ελλάδα επομένως έχει τα εξής σαφή προβλήματα: 

Α) Είναι αναγκασμένη να έχει υλικό εκ του εξωτερικού για καίριους κλάδους των Ενόπλων Δυνάμεών της 

Β) Πρέπει να κρατά ισορροπίες και να διατηρεί μεγαλύτερο προϋπολογισμό για να έχει έστω μία διέξοδο σε περίπτωση που οι σχέσεις με τον ένα προμηθευτή βαλτώσουν και βρεθούν σε κάκιστο σημείο ώστε να μπορέσει να έχει λειτουργικό έστω ένα μέρος εκ των σημαντικών οπλικών συστημάτων της. 

Η  λύση στο πρόβλημα 

Τηρουμένων των αναλογιών και όταν αναφερόμαστε σε αναλογίες εννοούμε τις βιομηχανικές αναλογίες και την αμυντική βιομηχανία της χώρας, η Ελλάδα είναι αναγκασμένη να εξαρτάται σε απόλυτο βαθμό στην αεροπορία και το ναυτικό της αλλά και στην αντιβαλλιστική και ανιαεροπορική της άμυνα, από τον εξωτερικό παράγοντα. 

Η ανάπτυξη της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας σε κρίσιμους τομείς είναι η μερική λύση στην πολύ δύσκολη αυτή εξίσωση και τα βήματα προς αυτή την κατεύθυνση είναι συγκεκριμένα: 

1.       Όταν κλείνεται ένα βασικό οπλικό σύστημα όπως είναι τεθωρακισμένα, μαχητικά αεροσκάφη και μεγάλες μονάδες επιφανείας ή υποβρύχια, να επιδιώκεται συμφωνία με ρήτρες για τη μεταφορά τεχνογνωσίας σε τομείς που αφορούν: 

Α) Καίρια ανταλλακτικά, η κατασκευή τους να γίνεται εγχώρια 

Β) Μεταφορά τεχνογνωσίας που αφορά συστήματα ηλεκτρονικού πολέμου και συστήματα επικοινωνιών 

Γ) Συμφωνία συμπαραγωγής κατευθυνόμενων πυραύλων τόσο επιφανείας-αέρος όσο και αέρος-αέρος με την υιοθέτηση κάποιοι πυραύλου διακλαδικά. Αυτό απαιτεί βέβαια μία απόφαση συνολική χωρίς αγκυλώσεις έναντι του προμηθευτή και φυσικά επαρκή χρηματοδότηση. 

2.       Επέκταση της αμυντικής βιομηχανίας με στόχο την απεξάρτηση σε ένα ποσοστό έως το        50% σε όλους τους κλάδους πράγμα το οποίο θα απαιτήσει την επένδυση παχυλών ποσών από πλευρλάς του κράτους τόσο άμεσα προς τη βιομηχανία όσο και έμμεσα μέσω της εκπαίδευσης κατάλληλου προσωπικού από τις πολυτεχνικές σχολές και των τριών βαθμίδων (Δ.Ε., Τ.Ε. και Τεχνικών).  

 

3.       Μακροπρόθεσμο σχέδιο εξοπλισμού το οποίο δε θα αλλάζει κατά το δοκούν από την όποια κυβέρνηση και θα ακολουθεί συγκεκριμένη διαδικασία υλοποίησης με σταθερή χρηματοδότηση ορισμένη με νομοθετικό πλαίσιο και άρα δεσμευτική. 

Η προσπάθεια λοιπόν απεξάρτησης, έστω και μερικής για κάποια συστήματα των Ενόπλων Δυνάμεων πρέπει να είναι εθνικός στόχος και να μην θεωρείται από τις συνήθως κοντόφθαλμες πολιτικές ηγεσίες ως ακόμα ένα λογιστικό βάρος το οποίο θα προσπαθήσουν να κόψουν όπως συμβαίνει κατά κόρον μέχρι σήμερα. 

Με τον τρόπο αυτό ωστόσο δε θα υπάρξει μία πλήρης απεξάρτηση από τον ξένο παράγοντα σε καίρια οπλικά συστήματα καθώς η τεχνολογική υπεροχή των μεγάλων δυνάμεων στους τομείς των ηλεκτρονικών, της βαλλιστικής και αεροναυτικής τεχνολογιών, στηριγμένων σε δεκαετίες ανάπτυξης και παραγωγής με πακτωλό χρημάτων δε μπορεί να δημιουργηθεί από το μηδέν αποό χώρα η οποία υστερεί δραματικά σε όλους τους τομείς της αμυντικής βιομηχανίας έναντι αυτών των κρατών. 

Ο εξωτερικός παράγοντας μάλιστα είναι προφανές ότι θα εμποδίσει κάποια ευρεία τέτοια ανάπτυξη για δύο λόγους. Ο ένας είναι ότι η απεξάρτηση από συγκεκριμένους τομείς σημαίνει ότι θα μειωθεί και ο μοχλός πίεσης προς τη χώρα σε περίπτωση που τα συμφέροντα των δύο δε συνάδουν και οδεύτερος έχει να κάνει καθαρά με διαφυγόντα κέρδη. 

Για παράδειγμα, η αγορά των 6 επιπλέον Rafale F3R θα κοστίσει 1,070 δις ευρώ εκ των οποίων  τα 600 εκ. αφορούν τα μαχητικά αυτά καθ’ εαυτά, ακόμα 200 εκ. αφορούν την υποστήριξή τους και τα υπόλοιπα τον οπλισμό τους. Όλο αυτό το ποσό θα είναι ένα μεγάλο έσοδο για το γαλλικό κράτος και την αλυσίδα της αμυντικής βιομηχανίας του που εμπλέκεται στην εν λόγω προμήθεια. Σε περίπτωση που η Ελλάδα μπορούσε να τοποθετήσει στο μαχητικό κάποια δικά της συστήματα, να έχει τη δυνατότητα παραγωγής μέρους των ανταλλακτικών και κάποια όπλα να τα παρήγαγε η ίδια, τότε τα ποσά αυτά θα ήταν μικρότερα και παρ ότι θα ξοδευόταν πιθανότατα παρόμοιο συνολικό ποσό για την προμήθεια, μέρος του θα έμενε στην εγχώρια βιομηχανία και δε θα ήταν μία ακόμα διαρροή προς τα έξω. Με αυτό τον τρόπο θα μειωνόταν και η εξάρτηση. 

Στην περίπτωση της Πολεμικής Αεροπορίας η κυβέρνηση δεν έκλεισε κάποια βιομηχανική συμμετοχή και αυτό αποτελεί ακόμα ένα βήμα πίσω σε αυτό που περιγράφει το παρόν άρθρο και δυστυχώς και στον τομέα των φρεγατών ακολουθείται παρόμοια πρακτική παρ΄ότι και εκεί η ευκαιρία ήταν και είναι μεγάλη. 

ΠΟΛΙΤΙΚΟΛΟΓΙΕΣ

ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΔΙΑΒΑΣΕΤΕ

LATEST

Κύρια Θέματα

ΕΥΚΑΙΡΙΕΣ ΑΓΟΡΩΝ

Κάθε μέρα μαζί