Αντίθετα στο ρεύμα- Αφήνοντας τη φασαρία της πρωτεύουσας για την ηρεμία των Πρεσπών

Οι Πρέσπες δεν είναι μόνο προορισμός· είναι εμπειρία

Στις Πρέσπες, ο χρόνος μοιάζει να έχει άλλο ρυθμό. Δεν τρέχει όπως στις πόλεις· εδώ ανασαίνει, χάνεται στις καλαμιές, στα νερά που γλιστρούν αργά στη Μεγάλη και τη Μικρή Λίμνη, και στα βουνά που αγκαλιάζουν τις λίμνες σαν τα φτερά των αργυροπελεκάνων, που έχουν φτιάξει στις λίμνες το δικό τους «σπιτικό». Ανηφορίζοντας προς τον Άγιο Γερμανό, νιώθεις πως η σιωπή έχει βάρος, και την ίδια στιγμή σου δίνει την ελευθερία να ακούσεις κάθε ψίθυρο της φύσης. «Μπορείς να σταθείς με τις ώρες… και να μην ακούς τίποτα», λέει η Ελένη, και η φωνή της γίνεται ο καθρέφτης του τόπου. «Αυτή η σιωπή δεν είναι άδεια· είναι γεμάτη ζωή».

Η Ελένη Κρητικού δεν αντίκρισε το πρώτο φως της ζωής στις Πρέσπες και χρειάστηκαν πολλά χρόνια μιας πολυταξιδεμένης ζωής για να ανακαλύψει αυτόν τον ακριτικό παράδεισο και να τον κάνει σπίτι της εδώ και μια τετραετία. Ακολουθώντας την αντίστροφη διαδρομή από την κυρίαρχη τάση που θέλει τους νέους ανθρώπους να εγκαταλείπουν τους μικρούς τόπους για δουλειά ή σπουδές στα μεγάλα αστικά κέντρα, η Ελένη – γέννημα θρέμμα Αθηναία – αποφάσισε να αφήσει πίσω της τούς φρενήρεις ρυθμούς ζωής της πρωτεύουσας και να εγκατασταθεί στον Άγιο Γερμανό. «Όλοι γύρω μου έλεγαν ότι πάω… ανάποδα. Κι εγώ ένιωθα ότι για πρώτη φορά πάω προς τη σωστή κατεύθυνση».

Η Ελένη κουβαλά στην ανάσα της την αλμύρα της γενέθλιας πόλης της. «Έχω γεννηθεί και έχω μεγαλώσει στην Αθήνα, και μάλιστα στα νότια προάστια. Έφυγα από την παραλία, τον ήλιο και τη θάλασσα και ήρθα στα βουνά. Νομίζω ότι αυτό ήταν και ένας λόγος που με τράβηξε το μέρος, γιατί υπάρχει και το υγρό στοιχείο».

Και όμως, η αρχή δεν είχε τίποτα προγραμματισμένο· ήταν απλώς μια εκδρομή. «Ήρθα μία εκδρομή με μία φίλη, έκανα ένα road trip στην Ελλάδα μετά την πρώτη καραντίνα και ερωτεύτηκα πραγματικά το μέρος». Μια στιγμή που άναψε σαν σπίθα σε τοπίο υγρό και σιωπηλό. Η ίδια έχει δει πολύ κόσμο, έχει περπατήσει μακρινούς δρόμους: «Έχω ταξιδέψει πάρα πολύ στη ζωή μου, έχω πάει σε πάρα πολλά μέρη. Κι, όμως, η Πρέσπα μου έκανε ένα κλικ που δεν το περίμενα».

«Η μετακόμιση δεν ήταν για μένα μια ξαφνική απόφαση· ήταν κάτι που ωρίμαζε μέσα μου καιρό», θυμάται η Ελένη, η οποία το τελευταίο εξάμηνο εργάζεται ως σύμβουλος τουρισμού στον Δήμο Πρεσπών. «Δεν έφυγα για να σωθώ από την πόλη· έφυγα για να βρω τον εαυτό μου σε κάτι πιο αληθινό».

Η διαδρομή προς τον Άγιο Γερμανό, όπου ζει πλέον , μοιάζει να εκτείνεται πέρα από τον χρόνο, σαν να σέρνει μαζί της κάθε σκέψη που δεν είχε χώρο μέσα στην πόλη. Κάθε στροφή του δρόμου φέρνει μια νέα εικόνα: λόφοι καλυμμένοι με ομίχλη το πρωί, καλαμιές που γυαλίζουν σαν ασημένια φτερά, και η λίμνη, ατελείωτη και μυστηριώδης, που καθρεφτίζει τον ουρανό σαν να είναι μια άλλη ζωή. «Ήθελα να φύγω από την πόλη και να ζήσω πιο κοντά στη φύση. Ήθελα να ξυπνάω με τα πουλιά, όχι με κορναρίσματα», λέει.

Μια μετακόμιση δεν είναι μόνο φυσική· είναι μια σιωπηλή αναχώρηση από τον κόσμο που γνώριζες και μια άφιξη σε έναν τόπο που, κάθε μέρα, ανακαλύπτεις σπιθαμή προς σπιθαμή. Κάθε μονοπάτι που ακολουθείς, κάθε δέντρο που γέρνει πάνω από το νερό φαίνεται να σε προσκαλεί να μείνεις. «Σιγά σιγά, η λίμνη σε παίρνει μαζί της», λέει η Ελένη, και δεν ξέρεις αν μιλά για τη δική της ζωή ή για το δικό σου βλέμμα που σταδιακά συντονίζεται με την εύλαλη σιωπή των Πρεσπών. «Εδώ, δεν είσαι ποτέ θεατής. Ο τόπος σε βάζει μέσα στην ιστορία του».

Τα μονοπάτια περνούν μέσα από λιβάδια που θυμίζουν καμβάδες ζωγράφων. Την άνοιξη, τα λουλούδια ξεπετάγονται με χρώματα που δεν περιμένεις· το καλοκαίρι, οι ακτίνες του ήλιου λούζουν τη λίμνη και τα πουλιά πετούν αργά πάνω από το νερό. Στους χειμώνες, τα βουνά σκεπάζονται από χιόνι, και η παγωμένη λίμνη καθρεφτίζει το λευκό και το γκρι, σαν να σε βάζει σε μιαν άλλη διάσταση του χρόνου. «Όταν περπατάς εδώ, όλα γίνονται αργά», λέει η Ελένη, «και αρχίζεις να βλέπεις τα πράγματα που στις πόλεις δεν προλαβαίνεις». «Άργησα να μάθω την αξία του αργού ρυθμού· οι Πρέσπες μου τον έμαθαν».

Μα οι Πρέσπες δεν είναι μόνο ομορφιά· είναι μνήμες και απουσίες. Πολλά σπίτια έχουν αδειάσει και στέκουν σιωπηλά, και οι δρόμοι τους θυμίζουν παλιές ιστορίες που μόνο οι γηραιότεροι μπορούν να αφηγηθούν. Η ερημοποίηση των χωριών σε πολλά μέρη είναι μια πραγματικότητα, αλλά η ομορφιά δεν φεύγει· κι αν ξέρεις να κοιτάς, βλέπεις πως ακόμα και η σιωπή έχει φωνή.

Κάθε μέρα στις Πρέσπες έχει τη δική της ροή. Η Ελένη, παρέα με τη σκυλίτσα της, τη Βασούλα, φροντίζει τα αδέσποτα ζώα, περπατάει στα μονοπάτια, επισκέπτεται τα γύρω χωριά, και μιλά με κατοίκους κι επισκέπτες. «Εδώ ο καθένας ξέρει τον άλλο, και ξέρεις πως δεν είσαι μόνος», αφηγείται. «Αυτό δεν το είχα στην Αθήνα. Εκεί όλοι τρέχαμε· εδώ όλοι συναντιόμαστε».

Κάθε γωνιά εδώ έχει μια ιστορία· και κάθε ιστορία θέλει να την ακούσεις. Η φύση είναι κυρίαρχη· τα πουλιά, τα ψάρια, τα αγριολούλουδα δημιουργούν μια αρμονία που ξαφνιάζει τον επισκέπτη. «Αν δεν προσέξεις, θα δεις μόνο την απουσία, αλλά αν κοιτάξεις καλά, θα δεις πως ο τόπος ζει (και) μέσα από εσένα».

Είναι εποχές του χρόνου που οι Πρέσπες γεμίζουν με τουρίστες που ψάχνουν την ησυχία και την ομορφιά. Όμως, η πραγματική ζωή εδώ δεν είναι η βιαστική επισκεψιμότητα· είναι οι καθημερινές στιγμές που κρατούν τον τόπο ζωντανό. Την ψυχή στον τόπο τη δίνουν οι άνθρωποι που μένουν όλο τον χρόνο. Τα πρωινά, όταν οι βάρκες βγαίνουν στη λίμνη, η αντανάκλαση του ήλιου μοιάζει με χρυσό δαντέλωμα. «Και λες: αυτό είναι ευτυχία… ένα φως που πέφτει στο νερό», λέει με ενθουσιασμό η Αθηναία που έκανε σπίτι της την Πρέσπα.

Η Ελένη περπατάει πολύ· ξέρει κάθε μονοπάτι, κάθε δέντρο και κάθε βράχο. «Αν δεν περπατήσεις, δεν καταλαβαίνεις τον τόπο. Τα πόδια σου πρέπει να τον νιώσουν», τονίζει. Κάθε μονοπάτι κρύβει ιστορίες: μια παλιά εκκλησία με ξεθωριασμένες τοιχογραφίες, ένα εγκαταλελειμμένο σχολείο, ένας παλιός νερόμυλος. Εδώ η ιστορία δεν είναι σε βιβλία· είναι στο χώμα.

Τα καλοκαίρια φέρνουν φως και χρώμα· οι πεζοπόροι ακολουθούν τα μονοπάτια και οι φωτογράφοι ψάχνουν το τέλειο στιγμιότυπο. Τα χειμωνιάτικα πρωινά, όμως, η ομίχλη σκεπάζει τη λίμνη και τα χωριά. Το απόγευμα, οι καλαμιώνες κινούνται με τον άνεμο και οι ακτίνες του ήλιου κάνουν τα νερά να γυαλίζουν σαν καθρέφτης. «Μερικές φορές», επισημαίνει, «νιώθω ότι είμαι μόνη, αλλά η φύση είναι πάντα εδώ· και όταν κοιτάζω γύρω, καταλαβαίνω ότι ποτέ δεν είμαι πραγματικά μόνη».

Η Ελένη Κρητικού δεν είναι η μόνη εκτός Πρεσπών που επέλεξε τον μαγικό αυτό τόπο για σπίτι της. Είναι αρκετοί αυτοί που για τον έναν ή τον άλλον λόγο άφησαν τη γενέτειρά τους ή τον τόπο όπου έμεναν για να ζήσουν εδώ -μεταξύ αυτών και αρκετοί ξένοι. Είναι, όμως, μια ζωντανή απόδειξη της αυξανόμενης ανάγκης πολλών ανθρώπων για επανασύνδεση με τη φύση -όχι μια επανασύνδεση τυχαία και περιστασιακή, αλλά με διάρκεια και βάθος.

Οι Πρέσπες δεν είναι μόνο προορισμός· είναι εμπειρία, τρόπος να νιώσεις την αντίθεση ανάμεσα στην ερημιά και στη ζωή, την απουσία και την παρουσία, το χθες και το τώρα. «Η ζωή εδώ», καταλήγει, «είναι να προσέχεις τα μικρά πράγματα. Γιατί αυτά κρατούν τον τόπο ζωντανό». «Και τελικά, αυτά κρατούν κι εμάς».

(ΑΠΕ -ΜΠΕ / Σοφία Παπαδοπούλου / photo: eurokinissi)

ΠΟΛΙΤΙΚΟΛΟΓΙΕΣ

ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΔΙΑΒΑΣΕΤΕ

ΠΑΡΑΞΕΝΑ

LATEST

Κύρια Θέματα

ΕΥΚΑΙΡΙΕΣ ΑΓΟΡΩΝ

Κάθε μέρα μαζί