«Η επιστήμη πρέπει να ψάξει μία λύση σε επίπεδο ετήσιο ή διετίας, δεν σημαίνει ότι η 3η δόση δεν είναι ενδεικνυόμενη. Το τείχος ανοσιας με τόσες πολλές παραλλαγές και έχοντας παρασκευάσει ένα εμβόλιο βασιζόμενοι στο αρχέγονο στέλεχος το wild type, μας δίνει μία αποτελεσμάτικότητα εναντίων της βαριάς και κρίσιμης νόσου που υπερβαίνει το 90%.
Τα τελευτασία στελέχη της Δέλτα και της Όμικρον κυρίως, υπερβαίνουν την ανοσολογική απάντηση ως προς τη μόλυνση, δηλαδή ένας εμβολιασμένος μπορεί να μολυνθεί σε ένα αρκετό υψηλότερο ποσοστό από ότι παλαιότερα.
Όμως εξακολουθεί να προστατεύεται από τη μόλυνση σε σχέση με έναν ανεμβολίαστο. Με λίγα λόγια, θα προτιμήσουμε να μας βρει ο ιός εβολιασμένους με 3 δόσεις, μετά με 2 δόσεις και μετά ανεμβολίαστους. Το εμβόλιο δεν το κάνουμε για να μην κολλήσουμε, αλλά για να μην διασωληνωθούμε και πεθάνουμε», σημείωσε ο καθηγητής πνευμονολογίας.
Ο κ. Τζανάκης εκτιμά ότι πιθανόν δεν θα χρειαστεί 4η δόση.
«Δεν πρέπει να λέμε ποτέ εφόσον δεν ξέρουμε πώς θα πορευτεί η πανδημία. Πιστεύω ότι μέχρι την άνοιξη η πανδημία θα έχει τιθασευτεί σε μεγάλο ποσοστό και σε πολλές χώρες επομένως δεν θα χρειαστεί σε μαζικό επίπεδο να κάνουμε την 4η δόση» είπε.
Και κατέληξε: «Εάν βγει ένα εμβόλιο επιτυχές και μονιμότερο και στοχευμένο στα υπάρχοντα στελέχη, δεν αποκλείεται να κάνουμε έναν ετήσιο εμβολιασμό με το επικαιροποιημένο εμβόλιο».