Ήδη από τα πρώτα ευρήματα, στην πιλοτική έρευνα σε δείγμα 1.000 πρωτοετών (σε σύνολο 5.000, ήτοι ποσοστό συμμετοχής 20%) αναδεικνύεται ο επείγων χαρακτήρας του ζητήματος της φοιτητικής στέγης, δεδομένου και ότι ποσοστό 62% των πρωτοετών προέρχεται από περιοχές εκτός της Θεσσαλονίκης.
Τα αποτελέσματα της πιλοτικής έρευνας, την οποία ακολουθεί έρευνα στο σύνολο των μελών της φοιτητικής κοινότητας που ολοκληρώνεται αυτές τις ημέρες και ήδη έχει συγκεντρώσει τη συμμετοχή 2.500 ατόμων, παρουσιάστηκαν σε συνέντευξη Τύπου από τις πρυτανικές Αρχές του ΑΠΘ και την εταιρία δημοσκοπήσεων Palmos Analysis.
«Μπορούμε να δούμε τι περιμένει το πανεπιστήμιο από τους φοιτητές αλλά κυρίως τι περιμένουν οι φοιτητές από το πανεπιστήμιο για τα επόμενα χρόνια. Η δύναμη σ ένα τέτοιο δημοσκοπικό εργαλείο, είναι ότι μας δίνει την τάση, και μας δείχνει πού πρέπει να πάμε εμείς. Μας οδηγεί και μας ανατροφοδοτεί», τόνισε ο πρύτανης του ΑΠΘ, καθ. Κυριάκος Αναστασίαδης. Όπως εξήγησε, στόχος της κυλιόμενης έρευνας είναι η αποτύπωση της πραγματικής εικόνας για το πανεπιστήμιο, καθώς «είναι καλό κάθε πραγματική εικόνα να την έχουμε μπροστά μας -ούτε να την κρύβουμε, ούτε να την παραμορφώνουμε».
Τα ευρήματα της έρευνας στους πρωτοετείς
Το 96% των πρωτοετών δηλώνουν υπερήφανοι που θα σπουδάσουν στο ΑΠΘ, ενώ σε ποσοστό μεγαλύτερο του 90% δηλώνουν ότι ανυπομονούν να ξεκινήσουν τις σπουδές τους, και αντίστοιχα προσβλέπουν σε πολύ καλές προοπτικές από την ολοκλήρωσή τους.
Η πιλοτική έρευνα επιβεβαιώνει τον εθνικό χαρακτήρα του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου. Ένα μεγάλο ποσοστό πρωτοετών προέρχεται εκτός Θεσσαλονίκης, με αυξημένες ανάγκες στέγασης, υποστήριξης και προσαρμογής στο νέο περιβάλλον. Όπως συμπεραίνεται, το πανεπιστήμιο χρειάζεται πιο ολοκληρωμένες υπηρεσίες φοιτητικής μέριμνας, συνεργασίες για στέγαση και καλύτερη ενημέρωση για όσους μετακινούνται από άλλα μέρη της χώρας.
Ένα σημαντικό ποσοστό φοιτητών δεν εισήχθη στο τμήμα της πρώτης επιλογής του. Οι λόγοι επιλογής του τμήματος που τελικά φοίτησαν σχετίζονται κυρίως με το ενδιαφέρον για το αντικείμενο, τις επαγγελματικές προοπτικές, τη φήμη της Σχολής ή του Τμήματος, τις συμβουλές οικογένειας ή καθηγητών.
Οι πρωτοετείς κλήθηκαν να επιλέξουν τις τρεις σημαντικότερες προσδοκίες τους από το ΑΠΘ, ζητώντας καλύτερες ψηφιακές υπηρεσίες, αναβάθμιση της διδασκαλίας και της μαθησιακής εμπειρίας, καλύτερες πανεπιστημιακές υποδομές, περισσότερες διεθνείς ευκαιρίες, στενότερη σύνδεση των σπουδών με την αγορά εργασίας.
«Οι προσδοκίες των φοιτητών ταυτίζονται σχεδόν απόλυτα με τις στρατηγικές προτεραιότητες της νέας πρυτανικής Αρχής του ΑΠΘ», παρατήρησε ο πρύτανης του ΑΠΘ, σημειώνοντας ότι η έρευνα προσφέρει ισχυρή τεκμηρίωση για τις επιλογές που ήδη δρομολογούνται.
Σε ό,τι αφορά τον δείκτη συναισθημάτων των πρωτοετών φοιτητών του ΑΠΘ, δείχνουν μετριοπαθή αισιοδοξία για την ποιότητα των σπουδών, ανησυχία για τη γραφειοκρατία και την αποτελεσματικότητα της επικοινωνίας, μικτά συναισθήματα σχετικά με την ψηφιοποίηση και θετική αίσθηση ένταξης στην πανεπιστημιακή κοινότητα.
Ένα πολύ υψηλό ποσοστό πρωτοετών σκέφτεται ήδη μεταπτυχιακές σπουδές, πολλές φορές στο εξωτερικό. Για την ζωή μετά το πτυχίο προκύπτει ένας συνδυασμός φιλοδοξίας και αβεβαιότητας, και προσδοκιών για επαγγελματική σταθερότητα, διεθνή εμπειρία, δημιουργικότητα και προσωπική ανάπτυξη.
Οι παγκόσμιες προκλήσεις που τους απασχολούν περισσότερο είναι η κλιματική κρίση, η γεωπολιτική αστάθεια και η οικονομική αβεβαιότητα.
Πρόταση στη Σύνοδο των Πρυτάνεων
Ο πρύτανης του ΑΠΘ δήλωσε πως προτίθεται να προτείνει στη Σύνοδο των Πρυτάνεων η έρευνα να επεκταθεί σε όλα τα πανεπιστήμια, ώστε να αποτυπωθεί ένας ακριβής ακαδημαϊκός χάρτης με βάση τις ανάγκες των φοιτητών.
«Το ΑΠΘ έχει μία νέα στρατηγική που στηρίζεται στις αδήριτες αναγκαιότητες για την επιβίωσή του, δηλαδή τη διεθνοποίηση, την ψηφιακή μετάβαση, την ενεργειακή και λειτουργική αναβάθμιση των υποδομών του», σημείωσε, προσθέτοντας έχει μεγάλη σημασία αυτή τη στρατηγική «να παρακολουθείται με εργαλεία ανατροφοδότησης για την αποτελεσματικότητα και δυνατότητα προσαρμογής της».
Όπως διευκρίνισε, τα αποτελέσματα του βαρόμετρου θα αξιοποιούνται απευθείας σε επίπεδο πρυτανικών αρχών και «θα συζητάμε απευθείας έτσι ώστε όλη μας η στρατηγική να βασίζεται ακριβώς πάνω στο κυλιόμενο βαρόμετρο που θα μας δώσει την κατεύθυνση».
Αναφερόμενος στην ανάλυση των πρώτων ευρημάτων σχετικά με το ζήτημα της φοιτητικής στέγης ο αντιπρύτανης Διεθνών Σχέσεων, Εξωστρέφειας, Διά Βίου Μάθησης και Φοιτητικής Μέριμνας, Καθηγητής Ιάκωβος Μιχαηλίδης σημείωσε ότι «και μόνο τα στατιστικά δεδομένα που έχουμε και δείχνουν ότι το ΑΠΘ είναι πανεπιστήμιο με φοιτητές που έρχονται από κάθε σημείο της Ελλάδας έχει καταστήσει τη φοιτητική στέγη για τους ίδιους και τις οικογένειές τους επείγουσα προτεραιότητα, άρα και για εμάς», άρα «είναι αδήριτη ανάγκη η πλήρης ανακαίνιση των τεσσάρων φοιτητικών εστιών που έχουμε αλλά και η διερεύνηση της δυνατότητας να φτιάξουμε και νέες εστίες».
Στην αξιοποίηση των δημοσκοπικών δεδομένων για τον επανασχεδιασμό των προγραμμάτων σπουδών αναφέρθηκε ο αντιπρύτανης Ακαδημαϊκών Υποθέσεων και Ανάπτυξης, Καθηγητής Νικόλαος Μαγγιώρος. «Τα προγράμματα σπουδών πρέπει να είναι επικαιροποιημένα, σύγχρονα και ελκυστικά για τους φοιτητές. Είναι πολύ σημαντικό ρωτήσουμε τους φοιτητές και αποφοίτους για να επανασχεδιάσουμε και να επικαιροποιήσουμε τα προγράμματα σπουδών ώστε να γίνουν ανταγωνιστικά σε ένα διεθνές ανταγωνιστικό περιβάλλον», σημείωσε.
Ο αντιπρύτανης Έρευνας και Καινοτομίας, Καθηγητής Ιωάννης Ρέκανος, σημείωσε από την πλευρά του ότι είναι σημαντικό «να αφήσουμε τα δεδομένα να αφηγηθούν την ιστορία τους», εξηγώντας ότι με τον τρόπο αυτό θα ξεκινήσει ένας σωστός σχεδιασμός, που θα λαμβάνει υπόψη τα οράματα και τις προσδοκίες των φοιτητών. «Αξιολογώντας την αγορά εργασίας που έχει πολύ ευρύ φάσμα και διαφοροποιήσιμο ανάλογα με το γνωστικό αντικείμενο, θα πρέπει να δούμε τα στοιχεία της αγοράς εργασίας που δεν είναι ελκυστικά για κάποιους, πώς θα τα καταστήσουμε ελκυστικά», είπε.
«Δεν πάμε να διερευνήσουμε μόνο τα τεχνοκρατικά ζητήματα , πηγαίνουμε ένα βήμα παραπέρα ώστε να δούμε το σύνολο της ζωής των φοιτητών στο πανεπιστήμιο, το οποίο και εκεί μπορεί να παίξει σημαντικό ρόλο με υποστηρικτικές δομές», ανέφερε ο Διευθυντής Ερευνών της Palmos Analysis Πασχάλης Τεμεκενίδης, διευκρινίζοντας ότι η έρευνα θα γίνεται κάθε έξι μήνες. Ο μέσος χρόνος συμπλήρωσης του ερωτηματολογίου, όπως πρόσθεσε, είναι της τάξης των 15 λεπτών και έως τώρα περίπου 2.500 φοιτητές έχουν ήδη αφιερώσει αυτόν τον χρόνο για να απαντήσουν σε πληθώρα ερωτημάτων.
(ΑΠΕ -ΜΠΕ / Σμαρώ Αβραμίδου / photo: intime)









