Οι «λευκές πορείες»! Το «Άουσβιτς» των Ελλήνων που η ιστορία αγνοεί (ΒΙΝΤΕΟ)

Ο τρόπος εξόντωσης...

Στις 19 Μαΐου 1919, θεωρείται ότι ξεκίνησε από την Σαμσούντα, η δεύτερη και πιο σκληρή φάση της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου. Είχε προηγηθεί η ήττα του Ελληνικού Στρατού και οι σφαγές στην Μικρά Ασία και την καταστροφή της Σμύρνης.

Ο ερχομός του Μουσταφά Κεμάλ στο λιμάνι του Εύξεινου Πόντου σήμανε την απαρχή της εξόντωσης.

Ο πιο αποτελεσματικός και συνάμα απλός τρόπος εξόντωσης των Ελλήνων ήταν οι «λευκές πορείες θανάτου». Καθηγητές ιστορίας τις είχαν ονομάσει «Άουσβιτς εν ροή».

Αυτό γιατί και σε αυτή την περίπτωση, όπως στο φονικό στρατόπεδο των Ναζί, χιλιάδες άμαχοι πέθαναν από το κρύο, τις αρρώστιες και την πείνα, συγγενείς χωρίστηκαν, οικογένειες εξαφανίστηκαν, νεκροί έμειναν άταφοι.

Τι ακριβώς ήταν οι λευκές πορείες

Κατά κύριο λόγο γυναικόπαιδα και ηλικιωμένοι (οι άντρες ήταν στα τάγματα εργασίας) προστάχτηκαν  να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους διά της βίας. Μαζί τους κατάφεραν να πάρουν μόνο ελάχιστα πράγματα. Κάποιοι νόμιζαν πως θα ξαναγυρίσουν, αλλά οι «λευκές πορείες» (λευκό το χρώμα των αριστερόστροφων ανά τον πλανήτη, όπως ήταν και ο Κεμάλ Ατατούρκ, οι σημερινοί κεμαλιστές θεωρούνται σοσιαλιστές) δεν είχαν προορισμό! Στόχος τους ήταν η εξόντωση των Ελλήνων.

Οι Έλληνες περπατούσαν για χιλιόμετρα, χωρίς διακοπή. Σέρνονταν σε άγονα μέρη, χωρίς νερό και φαγητό, τον χειμώνα. Όποιος έπεφτε, δεν μπορούσε να ξανασηκωθεί. Οι δυνάμεις στέρευαν μέρα με την μέρα. Άλλοι πέθαιναν από το κρύο και την πείνα, άλλοι από το ξύλο και τις κακουχίες. Οι ηλικιωμένοι και τα παιδιά ήταν τα πρώτα θύματα.

Τον «λευκό θάνατο», πολλοί προσπάθησαν να κρύψουν, ωστόσο υπήρξαν εκείνοι που τον κατέγραψαν.

Διαβάζουμε στο Pontosnews.gr:

Η Έθελ Τόμσον (Ethel Thompson) το 1921 και το 1922 εργαζόταν για λογαριασμό της Near East Relief, σε ορφανοτροφεία της οργάνωσης κοντά στην πόλη Χαρπούτ, το σημερινό Έλαζιγ. Στην αναφορά που συνέταξε τόνιζε ότι έχει ένα αίσθημα φρίκης και απογοήτευσης όταν αναλογίζεται ότι υπάρχουν άνθρωποι που ζουν σε αυτές τις συνθήκες και κυβερνήσεις που το ανέχονται. «Όταν μας το επέτρεπαν βοηθούσαμε με ρούχα και τρόφιμα τις συνοδείες των βρικολάκων, των ισχνών και λιμοκτονούντων Ελλήνων, γυναικών και παιδιών, που διέσχιζαν την Ανατολίσ. Τα μάτια είχαν βγει από τις κόγχες, τα οστά απλά καλύπτονταν από δέρμα. [Οι γυναίκες] έφεραν πάντα στη ράχη τα σκελετωμένα βρέφη τους και οδηγούνταν χωρίς τροφή και ρούχα από τους χωροφύλακες, μέχρι να πέσουν νεκρές», περιέγραφε.

(Πηγή: Near East Foundation archives, 1923)

Σε άλλο σημείο της έκθεσης υποστήριξε με έμφαση ότι όλα όσα μεταφέρει είναι η απόλυτη αλήθεια και ότι είδε και ομαδικούς τάφους έξω από τη Χαρπούτ. Πριν από εκεί βρισκόταν στη Σαμψούντα (Αμισό) για δύο περίπου μήνες, Ιούλιο-Αύγουστο 1921, περιμένοντας την τοποθέτησή της· από εκεί είδε τα σπίτια στα ελληνικά χωριά να καίγονται και γυναίκες να φτάνουν στην πόρτα του αρμενικού ορφανοτροφείου, όπου διέμεναν οι εργαζόμενοι στη Near East Relief, εκλιπαρώντας να αφήσουν τα παιδιά τους, αφού είχε ήδη διαταχθεί ο εκτοπισμός τους.

Στον δρόμο από τη Σαμψούντα προς τη Χαρπούτ η Έθελ Τόμσον είδε πορείες κάτω από τον καυτό ήλιο, πτώματα στις άκρες των δρόμων, γυναίκες να παίρνουν παιδιά από την αγκαλιά των νεκρών μητέρων τους και να συνεχίζουν. Μέσα στην πόλη αντίκρισε, όπως περιγράφει στην έκθεσή της, ανθρώπινα ερείπια: μια ομάδα Ελλήνων του Πόντου που προσπαθούσε να φτιάξει σούπα από χορτάρι και ένα αυτί προβάτου για να ξεγελάσει την πείνα της. «Οι Τούρκοι δεν τους είχαν δώσει φαγητό για 500 μίλια, από τη Σαμψούντα. Όσοι είχαν χρήματα, τα χρησιμοποίησαν για να δωροδοκήσουν τους χωροφύλακες. Όσοι δεν είχαν, απλά πέθαναν κατά τη διαδρομή», ανέφερε.

«Ήταν μια πορεία πτωμάτων, μια πορεία θανάτου στην Ανατολία. Πέρυσι η Ανατολία ήταν ένα τεράστιο νεκροταφείο».

Μετά από ένα καλοκαίρι φρίκης, ήρθε ο χειμώνας. Η Τόμσον σημείωνε ότι χιλιάδες είχαν προσβληθεί από τύφο ή είχαν γάγγραινα στα πόδια. Στις 5 Φεβρουαρίου 1922, κατά τη διάρκεια επίσκεψης σε ορφανοτροφείο έξω από την πόλη, ήταν παρούσα σε περιστατικό ξυλοδαρμού παιδιών από Τούρκους χωροφύλακες και μανάδων που προσπάθησαν να τα προστατεύσουν. Όπως λέει, πολύ συχνά ο διευθυντής της Near East Relief στην περιοχή έκανε αίτημα στις Αρχές να φιλοξενηθούν στα ορφανοτροφεία παιδιά Ελληνίδων που είχαν πεθάνει κατά τη διάρκεια της διαδρομής, ωστόσο συναντούσε σθεναρή άρνηση.

Η Έθελ Τόμσον μετά το 1922 σταμάτησε να εργάζεται για τη Near East Relief. Υπολόγισε (και αυτό αναφέρεται στην έκθεσή της, που δεν είναι όμως επίσημη) ότι από τους 30.000 Έλληνες που έφυγαν από τη Σεβάστεια, οι 8.000 πέθαναν καθ’ οδόν προς τη Χαρπούτ και οι 15.000 στάλθηκαν στο Ντιγιάρμπακιρ κατά τη διάρκεια του χειμώνα – στην πλειοψηφία ήταν γυναικόπαιδα. Τα πιο όμορφα κορίτσια κατέληξαν σε χαρέμια, ενώ από τη λευκή πορεία προς το Ντιγιάρμπακιρ δεν κατάφεραν να επιβιώσουν περί τα 3.000 άτομα. Άλλοι 9.000 Έλληνες στάλθηκαν προς το Μπιτλίς, χωρίς κανείς τότε από την οργάνωση να έχει την παραμικρή εικόνα για την τύχη τους, καθώς η πόλη ήταν κατεστραμμένη.

«Όταν ετοιμαζόμασταν για αναχώρηση, ο Τούρκος διοικητής μάς κάλεσε και μας ζήτησε να διαψεύσουμε τις εκθέσεις του κ. Γιόγουελ και του δρ Γουόρντ όταν θα φτάναμε στη Βηρυτό ή στην Κωνσταντινούπολη. Μας απείλησε ότι αν δεν του δίναμε αυτή την υπόσχεση, θα ανακαλούσε την άδεια. Τελικά, του είπαμε απλώς ότι θα πούμε την αλήθεια για όσα είδαμε. Και κράτησα την υπόσχεσή μου», καταλήγει η Έθελ Τόμσον.

(Αποσπάσματα από την έκθεση της Έθελ Τόμσον περιλαμβάνονται στα βιβλία Genocide in the Ottoman Empire: Armenians, Assyrians, and Greeks, 1913-1923 (Berghahn Books, 2017) και British Miscalculations: The Rise of Muslim Nationalism, 1918-1925 (Transaction Publishers, 2012).

Δείτε το βίντεο:

Με πληροφορίες από το pontos-news

ΠΟΛΙΤΙΚΟΛΟΓΙΕΣ

ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΔΙΑΒΑΣΕΤΕ

Κύρια Θέματα

ΕΥΚΑΙΡΙΕΣ ΑΓΟΡΩΝ

Κάθε μέρα μαζί