Ετοιμάζεται “πόλεμος” ανάμεσα σε κυβέρνηση και συνδικαλιστές εν όψει της πώληση μονάδων της ΔΕΗ

Στη δυσκολότερη πολιτικά περίοδο για την κυβέρνηση και τους βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ περνά η πώληση του 40% της ΔΕΗ,

με τους συνδικαλιστές να βρίσκονται υπ’ ατμόν για κλιμάκωση κινητοποιήσεων τις επόμενες εβδομάδες και τους βουλευτές υπό την απειλή της σκανδάλης για να ψηφίσουν τις νομοθετικές ρυθμίσεις που τεμαχίζουν τα περιουσιακά στοιχεία της Επιχείρησης.

Ο Πρόεδρος της ΓΕΝΟΠ κ. Γιώργος Αδαμίδης προειδοποιεί ότι «οι σταθμοί της ΔΕΗ δεν θα δουλέψουν για τους ιδιώτες» και ότι με ομόφωνη απόφαση του συνδικαλιστικού τους οργάνου αλλά και των εργαζομένων στις δύο προς πώληση μονάδες σε Φλώρινα και Μεγαλόπολη, θα είναι σε διαρκείς κινητοποιήσεις ακόμη και μετά την πώληση. «Οι ιδιώτες θα πρέπει να σκεφτούν πριν δώσουν τα λεφτά τους, ότι θα πάρουν εργοστάσια που θα είναι σε μόνιμη απεργία και ότι οι μονάδες δεν θα λειτουργήσουν για τα νέα αφεντικά».

Το νομοσχέδιο για την αποεπένδυση της εταιρείας, προβλέπεται να κατατεθεί εντός της εβδομάδας στην βουλή και να ψηφιστεί έως τα τέλη του μήνα. Ο διαγωνισμός προγραμματίζεται να προκηρυχθεί τον προσεχή Μάιο με το φιλόδοξο στόχο να έχει ολοκληρωθεί μέσα στο 2018.

Παρά το γεγονός ότι η πώληση των λιγνιτικών μονάδων σε άλλες εποχές θα προκαλούσε σεισμικές δονήσεις και ισχυρές πολιτικές αναταράξεις, τα όπλα των συνδικαλιστών δείχνουν προς ώρας άσφαιρα, παρά τα 5 συλλαλητήρια που έχουν πραγματοποιηθεί. Ίσως γιατί όλοι καταλαβαίνουν ότι η προετοιμασία για αυτή την μάχη, γίνεται για την τιμή των όπλων, αφού η πώληση των ασημικών της ΔΕΗ αποτελεί μονόδρομο. Κατά άλλους η στάση αυτή ίσως να δικαιολογεί και το γεγονός ότι το γηρασμένο προσωπικό της εταιρείας αναζητά κίνητρα για μια ομαλή έξοδο από την Επιχείρηση. Η ΓΕΝΟΠ προσανατολίζεται για…ζέσταμα σε 48ωρες επαναλαμβανόμενες απεργιακές κινητοποιήσεις με την εισαγωγή του νομοσχεδίου στην ολομέλεια της βουλής. Μολονότι, απομακρύνει τον κίνδυνο για μπλάκαουτ, αρμόδια στελέχη της, τονίζουν ότι από την στάση των εργαζομένων θα εξαρτηθεί εάν θα κατέβει ο διακόπτης σε κάποιες μονάδες.

Την τελευταία φορά που η ΓΕΝΟΠ είχε προβεί σε μαζικές κινητοποιήσεις ήταν το 2014 με αφορμή τον νόμο για τη «μικρή ΔΕΗ», όταν η τότε κυβέρνηση προχώρησε σε πολιτική επίταξη των εργαζομένων.

Διασφάλιση εργαζομένων πέραν της εξαετίας

Η υπόθεση του λιγνίτη μετατρέπεται σε μεγάλη δοκιμασία τόσο για τους συνδικαλιστές όσο και για τους βουλευτές Φλώρινας και Μεγαλόπολης, οι οποίοι βρίσκονται αντιμέτωποι με την μεγάλη ανησυχία και τους φόβους των τοπικών κοινωνιών και των περίπου 1.650 εργαζομένων. Από αυτούς περίπου 150 αφορούν τον ΑΗΣ (Ατμοηλεκτρικό Σταθμό Φλώρινας) Μελίτη Ι. Με την εθελουσία που έχει ανακοινωθεί ότι θα γίνει, εκτιμάται ότι θα μείνουν οι 60.

Μεγαλύτερο όμως πρόβλημα φαίνεται να αντιμετωπίζει η Μεγαλόπολη, καθώς στις μονάδες 3 και 5 με τα ορυχεία τους που περιλήφθηκαν κατόπιν πολύμηνων διαπραγματεύσεων του υπουργείου Περιβάλλοντος και της Κομισιόν, απασχολούνται περί τους 1.500 εργαζόμενους. Σύμφωνα με το προσχέδιο νόμου που ρυθμίζει τα θέματα πώλησης και ορίζει όλες τις διαδικασίες που θα «τρέξει» η ΔΕΗ, προβλέπει πάγωμα απολύσεων έως το 2024. Το ερώτημα που θέτουν μετ΄ επιτάσεως οι βουλευτές είναι τί θα γίνει μετά. «Η διασφάλιση των εργαζομένων αποτελεί μείζων ζήτημα. Τι θα γίνει μετά τα έξι χρόνια, ποιους θα κρατήσουν; Πιστεύουμε ότι αυτό είναι από τα θέματα που πρέπει να τεθούν στην συζήτηση στις Επιτροπές της βουλής και να βελτιωθούν», επισημαίνει ο βουλευτής Φλώρινας κ. Κώστας Σέλτσας, ο οποίος μιλά για δύσκολες πολιτικές αποφάσεις.

Όπως σημειώνει η κοινωνία της Φλώρινας εμφανίζεται διχασμένη. Υπάρχει ένα κομμάτι που εκτιμά ότι θα υπάρξει ανάπτυξη με την πώληση των μονάδων και ένα άλλο που εγείρει σοβαρά ζητήματα για την επόμενη μέρα.

«Πρέπει να διασφαλίσουμε ότι δεν θα υπάρξει εργασιακός μεσαίωνας για τις περιοχές της Φλώρινας και της Αρκαδίας. Δίνουμε έναν αγώνα, μαζί με την τοπική κοινωνία και αναλόγως με το τελικό κείμενο που θα διαμορφωθεί στη Βουλή μετά τη συζήτηση θα πάρω την τελική μου απόφαση», απαντά ο κ. Σέλτσας, στο ερώτημα εάν θα ψηφίσει το νομοσχέδιο. Στάση αναμονής τηρεί ο βουλευτής Αρκαδίας Γιώργος Παπαηλιού, ο οποίος αρνείται να σχολιάσει το προσχέδιο της νομοθετικής ρύθμισης, υποστηρίζοντας ότι η συζήτηση θα γίνει στη βουλή.

Ο κ. Παπαηλιού, έχει επικαλεστεί τον αναγκαστικό χαρακτήρα -λόγω απόφασης του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου- της πώληση λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ και έχει υποστηρίξει ότι δεν έπρεπε να συμπεριλάβει τις λιγνιτικές μονάδες της Μεγαλόπολης, διότι «βρίσκονται σε μία περιοχή μειονεκτική που επί χρόνια, ως οικονομία και κοινωνία, έχει δομηθεί γύρω από τη ΔΕΗ».

Μια δεύτερη παράμετρο που βάζουν οι λιγνιτικές κοινωνίες αλλά και οι αρμόδιοι βουλευτές είναι ο τοπικός πόρος. Στο σχέδιο νόμου το «λιγνιτόσημο» αντιστοιχούσε μέχρι σήμερα με το 0,5% του τζίρου της ΔΕΗ και αποδιδόταν στις περιοχές που φιλοξενούν αντίστοιχες μονάδες, δηλαδή στην Δυτική Μακεδονία και την Πελοπόννησο. Με τη νέα ρύθμιση, το τέλος αυτό αντικαθίσταται με ένα ειδικό τέλος δικαιωμάτων λιγνίτη που αντιστοιχεί σε 1,2 ευρώ ανά MWh παραγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας, το οποίο θα καταβάλλουν όλοι οι παραγωγοί λιγνίτη.

Το 2016, η λιγνιτική παραγωγή ανήλθε περίπου σε 15 τεραβατώρες, το ποσό που αντιστοιχεί με βάση το νέο νόμο για τις περιοχές της Κοζάνης, της Φλώρινας και της Αρκαδίας στα 18 εκατ. ευρώ ετησίως. Όμως μέχρι σήμερα, υπολογίζεται ότι εισέπρατταν περίπου 24 εκατομμύρια ευρώ το χρόνο. Ο κ. Σέλτσας αναφέρει ότι το νομοσχέδιο θα πρέπει να δίνει λύσεις και για τα λιγνητορυχεία της Βεύης που η μεταβίβασή τους σε ιδιώτες έχει παγώσει.

(newmoney)

ΠΟΛΙΤΙΚΟΛΟΓΙΕΣ

ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΔΙΑΒΑΣΕΤΕ

LATEST

Κύρια Θέματα

ΕΥΚΑΙΡΙΕΣ ΑΓΟΡΩΝ

Κάθε μέρα μαζί