Με ουρές καταναλωτών έξω από τα ζαχαροπλαστεία και τα αρτοπωλεία ακόμη και το μεσημέρι, με ικανοποιητική κίνηση στην παραδοσιακή αγορά του Καπανίου, αλλά με περιορισμένες αγορές ρούχων και παπουτσιών στα εμπορικά καταστήματα, κυλάει η παραμονή της Πρωτοχρονιάς στη Θεσσαλονίκη.
«Σήμερα βγάζουμε τις τελευταίες βασιλόπιτες, συνολικά μόνο στο δικό μας μαγαζί φτιάξαμε φέτος περίπου 2000, και οι άνθρωποι σχηματίζουν ουρές μέχρι το πεζοδρόμιο. Οι καταναλωτές έχουν καταλάβει ότι το φρέσκο έχει άλλη αξία. Μοσχομυρίζει ο τόπος, είναι μαγεία!», λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η πρόεδρος της Ομοσπονδίας Αρτοποιών Ελλάδος Έλσα Κουκουμέρια και προσθέτει πως τη μεγαλύτερη ζήτηση έχει η τσουρεκένια βασιλόπιτα, αφήνοντας στη δεύτερη θέση την «τριφτή».
Αλλά και στα μελομακάρονα, οι καταναλωτές δείχνουν να προτιμούν τα παραδοσιακά, παρά τις πολλές εναλλακτικές επιλογές που υπάρχουν: από μελομακάρονο lotus και red velvet μέχρι μελομακάρονο «ντουμπάι». «Εμείς φτιάχνουμε μόνο το παραδοσιακό μελομακάρονο και το μελομακάρονο με πικρή σοκολάτα, που είναι και νηστίσιμο, γιατί πιστεύω ότι πρόκειται για ένα παραδοσιακό γλυκό, που πρέπει να το αφήνουμε στην ηρεμία της παράδοσης. Και οι καταναλωτές, όμως, επιλέγουν περισσότερο το κλασικό», λέει η κ. Κουκουμέρια και εύχεται το 2026 να είναι μια χρονιά με περισσότερες πράξεις και λιγότερες ευχές.
«Πολύς κόσμος, μικρότερη σακούλα»: με τη φράση αυτή, ο ζαχαροπλάστης Μάριος Παπαδόπουλος περιγράφει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ τη φετινή εικόνα στα ζαχαροπλαστεία, όπου η κίνηση είναι μεν αυξημένη, καθώς οι καταναλωτές προτιμούν τα φρέσκα προϊόντα που προσφέρουν, αλλά οι αγορές λιγότερες σε σχέση με πέρυσι. Κατά τον κ. Παπαδόπουλο, η εικόνα είναι καλύτερη σήμερα, σε αντίθεση με τα Χριστούγεννα, οπότε η αγορά «δεν δούλεψε» λόγω κακοκαιρίας, εξαιτίας της βροχής και των ισχυρών ανέμων.
«Αν βγείτε στην αγορά, θα δείτε πάρα πολλούς ανθρώπους να κοιτάζουν τις βιτρίνες ή και να βρίσκονται μέσα στα μαγαζιά, αλλά θα παρατηρήσετε ότι δεν κρατούν σακούλες», λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο πρόεδρος του Εμπορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης (ΕΣΘ) Παντελής Φιλιππίδης και προσθέτει: «Με άλλα λόγια, θέλουν να αγοράσουν, αλλά δεν μπορούν και πώς να μπορούν, όταν με βάση έρευνα προ διετίας, το 58,6% των καταναλωτών έχουν χρήματα μέχρι τις 18 κάθε μηνός; Όταν υπάρχει τεράστια αύξηση τιμών σε είδη πρώτης ανάγκης, όπως τα τρόφιμα, το μόνο που δεν σκέφτεσαι είναι να αγοράσεις ρούχα», υποστηρίζει ο κ. Φιλιππίδης.
Διατυπώνει δε, την εκτίμηση ότι ο τζίρος των καταστημάτων κατά την εορταστική περίοδο 2025-2026, ιδίως στην ένδυση και την υπόδηση, θα είναι μειωμένος κατά 20%, σε σχέση με την περσινή, ήδη πολύ δύσκολη χρονιά. Όπως λέει, όταν οι Έλληνες καταναλωτές δεν αγοράζουν, οι μικρές και μικρομεσαίες επιχειρήσεις «βογκάνε» και οι επιχειρήσεις αυτές είναι που αποτελούν τον δεύτερο μεγαλύτερο εργοδότη στην Ελλάδα, μετά το Δημόσιο. Επιπλέον, οι εμπορικές επιχειρήσεις φωταγωγούν τους δρόμους των πόλεων κάθε βράδυ, με τις φωτισμένες τους βιτρίνες, έχοντας πρόσθετη κοινωνική συνεισφορά. «Φανταστείτε τους κεντρικούς δρόμους των πόλεων σκοτεινούς, με τα φώτα όλων των καταστημάτων σβησμένα», λέει χαρακτηριστικά ο κ. Φιλιππίδης και προσθέτει ότι η αγορά της Θεσσαλονίκης, που έτσι και αλλιώς για να είναι βιώσιμη πρέπει να στηρίζεται στους εγχώριους καταναλωτές, δεν μπορεί πλέον να «ποντάρει» ούτε στους Βαλκάνιους τουρίστες, που κάποτε την τροφοδοτούσαν με έσοδα. Κι αυτό διότι, σε αντίθεση με το παρελθόν, οι εμπορικές αγορές αυτών των χωρών έχουν πλέον αναπτυχθεί σχεδόν στα επίπεδα της ελληνικής και υπάρχει πληθώρα επιλογών στις πόλεις τους.
Στο μεταξύ, οι καταναλωτές «τιμούν» και φέτος την παραδοσιακή αγορά τροφίμων της Θεσσαλονίκης, το Καπάνι, αγοράζοντας από το πρωί τα απαραίτητα εδέσματα για το πρωτοχρονιάτικο τραπέζι, κυρίως διάφορα είδη κρεάτων.
(ΑΠΕ -ΜΠΕ / photo: eurokinissi / motionteam)









