Ο κ. Πιερρακάκης επικαλέστηκε την απόδοση των ελληνικών δεκαετών ομολόγων, επισημαίνοντας ότι βρίσκονται σε καλύτερα επίπεδα από αυτά της Γαλλίας και της Ιταλίας, γεγονός που, όπως υπογράμμισε, αντανακλά την εμπιστοσύνη των επενδυτών. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του Ταμείου, η ελληνική οικονομία διατηρεί θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης και δημοσιονομική ισορροπία μέσα σε ένα περιβάλλον διεθνούς αβεβαιότητας για την παγκόσμια οικονομία.
Ανάπτυξη και Προβλέψεις
Αναφερόμενος στις πιο συγκρατημένες προβλέψεις του ΔΝΤ για την Ελλάδα σε σχέση με το προσχέδιο του προϋπολογισμού, ο υπουργός σημείωσε ότι το Ταμείο παραδοσιακά υποεκτιμά την ελληνική επίδοση και ότι η νεότερη εκτίμηση έχει ήδη αυξηθεί στο 2% από το αρχικό 1,8%. Υπό αυτό το πρίσμα, εξέφρασε αισιοδοξία ότι ο στόχος του 2,4% που περιλαμβάνεται στον προϋπολογισμό μπορεί να επιτευχθεί. Ο κ. Πιερρακάκης ανέφερε ότι η χώρα εμφανίζει πρωτογενή πλεονάσματα και συνεχή αποκλιμάκωση του χρέους, το οποίο με βάση τα τρέχοντα στοιχεία αναμένεται να διαμορφωθεί στο 137,6% του ΑΕΠ το 2026.
Ανθεκτικότητα και Μεταρρυθμίσεις
Ο υπουργός απέδωσε την βελτίωση της εικόνας στις αντοχές της κοινωνίας μετά την απώλεια περίπου του ενός τετάρτου του ΑΕΠ την περίοδο της οικονομικής κρίσης και στις μεταρρυθμίσεις που ακολούθησαν. Κατά την εκτίμησή του, αλλαγές που σήμερα συζητούνται σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες έχουν υλοποιηθεί ήδη στην Ελλάδα, στοιχείο που, όπως είπε, έχει δημιουργήσει νέο πλαίσιο λειτουργίας της οικονομίας τα τελευταία έξι χρόνια.
Προκλήσεις και Δημογραφικό Ζήτημα
Ο κ. Πιερρακάκης αναγνώρισε ότι παραμένουν σημαντικές προκλήσεις με κεντρικό θέμα το δημογραφικό. Επισήμανε ότι τα μέτρα που παρουσιάστηκαν στη ΔΕΘ στοχεύουν στη στήριξη οικογενειών με παιδιά και νέων που εισέρχονται στην αγορά εργασίας μέσω μείωσης της άμεσης φορολογίας. Διευκρίνισε ότι τα μέτρα δεν θα επιλύσουν από μόνα τους το πρόβλημα, αλλά το αναγνωρίζουν ως προτεραιότητα. Τόνισε ότι ζητούμενο είναι η διάχυση της ανάπτυξης σε κάθε νοικοκυριό, με συνδυασμό επενδύσεων, ανόδου της παραγωγικότητας και συνέχισης φορολογικών ελαφρύνσεων.
Πορεία Χρέους και Αξιοπιστία
Σχολιάζοντας την έκθεση του ΔΝΤ για την άνοδο του παγκόσμιου χρέους στα υψηλότερα επίπεδα από το 1948 μέσα στην επόμενη τριετία, ο υπουργός υπογράμμισε ότι η Ελλάδα ακολουθεί πορεία αποκλιμάκωσης. Υπενθύμισε ότι το δημόσιο χρέος είχε προσεγγίσει το 210% του ΑΕΠ μετά την πανδημία και πλέον υποχωρεί, με στόχο το 137,6%. Απέδωσε την εξέλιξη στη συστηματική δουλειά του ΟΔΔΗΧ και τόνισε ότι η πρόωρη αποπληρωμή των δανείων του πρώτου μνημονίου ενίσχυσε την αξιοπιστία της χώρας στις αγορές.
Επενδυτικό Περιβάλλον
Για το επενδυτικό κλίμα, ο κ. Πιερρακάκης έδωσε έμφαση στην προτεραιότητα ενίσχυσης διασυνοριακών συγχωνεύσεων και εξαγορών σε αρμονία με τις εισηγήσεις που περιλαμβάνονται στις εκθέσεις Ντράγκι και Λέττα για τη βαθύτερη ενιαία αγορά. Ενδεικτικά ανέφερε την προτεινόμενη εξαγορά του Χρηματιστηρίου Αθηνών από τη Euronext, την αύξηση συμμετοχής της UniCredit στην Alpha Bank και την εξαγορά της HSBC Malta από την Credia Bank. Σύμφωνα με τον ίδιο, η κυβερνητική στρατηγική δίνει προτεραιότητα στην προσέλκυση ξένων κεφαλαίων σε υποδομές, ενέργεια και τομείς με ελληνική επιχειρηματική παρουσία.
Μετασχηματισμός της Οικονομίας
Ο υπουργός παρέπεμψε στη σταδιακή μεταβολή του παραγωγικού μοντέλου στην Ελλάδα. Υπενθύμισε ότι το 2019 οι επενδύσεις ανέρχονταν σε 11% του ΑΕΠ έναντι ευρωπαϊκού μέσου όρου 21,2%. Όπως εξήγησε, σήμερα κινούνται γύρω στο 15,3% και η πρόβλεψη για το 2026 διαμορφώνεται στο 18%.
«Όταν ήμουν υπουργός Ψηφιακής Διακυβέρνησης, συνήθιζα να χρησιμοποιώ μια αναλογία που θέλω να επαναλάβω. Η Ελλάδα πάντα είχε το hardware, αλλά δεν είχε το software. Είχαμε δηλαδή τη σωστή πρώτη ύλη, είχαμε τη μαγιά των ευκαιριών. Δεν είχαμε τη σωστή στρατηγική, τους σωστούς θεσμούς και τις σωστές πολιτικές για να προσελκύσουμε εκείνες τις επενδύσεις που θέλαμε», τόνισε χαρακτηριστικά.
Ευρωπαϊκή Προοπτική
Κλείνοντας, ο κ. Πιερρακάκης υποστήριξε ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση χρειάζεται ταχύτερη πρόοδο προς μία λειτουργική ενιαία αγορά χωρίς εμπόδια στις υπηρεσίες και στη μεταποίηση. Τόνισε ότι ο στόχος πρέπει να είναι η ενίσχυση επιχειρήσεων σε ευρωπαϊκή κλίμακα και όχι η καλλιέργεια ξεχωριστών εθνικών αγορών, με σκοπό την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας και την κινητοποίηση μεγαλύτερων επενδυτικών ροών.