Πριν από 80 χρόνια, στις 6 Αυγούστου 1945, ένα αμερικανικό βομβαρδιστικό B-29 έριχνε στην Χιροσίμα, στην δυτική Ιαπωνία, την πρώτη ατομική βόμβα της ιστορίας. Τρεις ημέρες αργότερα, ο ίδιος εφιάλτης επαναλαμβανόταν στο Ναγκασάκι, περίπου 400 χιλιόμετρα νοτιοδυτικά της Χιροσίμα.
Επετειακές εκδηλώσεις, στις οποίες θα εκπροσωπηθούν εκατό χώρες, πρόκειται να πραγματοποιηθούν αυτή την εβδομάδα στις δύο ιαπωνικές πόλεις.
Ωστόσο μέσα από τις φετινές εκδηλώσεις βγήκε μια είδηση, η οποία ίσως δείχνει προς τα που οδεύουν τα πράγματα!
Η Ρωσία, από την πλευρά της, είναι μία από τις περίπου 100 χώρες που αναμένεται να συμμετάσχουν στις φετινές επετειακές εκδηλώσεις στο Ναγκασάκι. Είναι η πρώτη φορά που η Μόσχα προσκαλείται σε επετειακές εκδηλώσεις στην πόλη μετά την έναρξη του πολέμου με την Ουκρανία το Φεβρουάριο 2022.
Έρχεται σιγά-σιγά η ώρα, προκειμένου η Ρωσία να να συζητήσει με την άλλη πλευρά την λήξη του πόλεμου και όλοι μαζί να προχωρήσουν στην νέα εποχή.
Η πρόσκλησή της, αν μη τι άλλο, δείχνει πως οι τόνοι έχουν πέσει εν τίνι μέτρω.
Λίγα λόγια για τις δύο πυρηνικές βόμβες που έριξαν οι Αμερικανοί στην Ιαπωνία το 1945
Από τον Αύγουστο μέχρι το τέλος του 1945, οι δύο πυρηνικές βόμβες των ΗΠΑ, οι μοναδικές που έχουν χρησιμοποιηθεί μέχρι σήμερα σε καιρό πολέμου, στοίχισαν τη ζωή σε 140.000 ανθρώπους στη Χιροσίμα και σε 74.000 στο Ναγκασάκι.
Το πρώτο πράγμα που πολλοί κάτοικοι της Χιροσίμα είδαν το πρωί της 6ης Αυγούστου 1945 ήταν μια «έντονη πύρινη σφαίρα», σύμφωνα με τους όρους της Διεθνούς Επιτροπής του Ερυθρού Σταυρού (ΔΕΕΣ).
Η βόμβα Α, με την ονομασία «Little Boy», η οποία εξερράγη σε ύψος περίπου 600 μέτρων πάνω από την πόλη, είχε ισχύ σχεδόν 15.000 τόνους TNT.
Αυτή που έπεσε στο Ναγκασάκι έφερε την ονομασία «Fat Man» και ήταν ακόμη ισχυρότερη, γύρω στους 21.000 τόνους TNT.
Η θερμοκρασία στο υπόκεντρο της βόμβας στη Χιροσίμα έφθασε τους 7.000 βαθμούς Κελσίου – ένας κλίβανος που προκάλεσε σοβαρά εγκαύματα, για πολλούς θανατηφόρα, σε ακτίνα περίπου 3 χιλιομέτρων.
Η έντονη λάμψη των εκρήξεων προκάλεσε επίσης προσωρινές τυφλώσεις και μόνιμα οφθαλμικά τραύματα, σύμφωνα με τη ΔΕΕΣ.
Η θερμική ακτινοβολία που ακολούθησε σε κλάσμα δευτερολέπτου μετά τις εκρήξεις, προκάλεσε πολυάριθμες πυρκαγιές που κατέστρεψαν πλήρως εκτάσεις τετραγωνικών χιλιομέτρων στη Χιροσίμα και το Ναγκασάκι, όπου οι περισσότερες κατασκευές ήταν τότε ξύλινες.
Τα εγκαύματα και οι πυρκαγιές ήταν οι αιτίες περισσότερων από τους μισούς άμεσους θανάτους στη Χιροσίμα.
«Θυμάμαι απανθρακωμένα πτώματα μικρών παιδιών να κείτονται γύρω από το υπόκεντρο της έκρηξης σαν μαύροι βράχοι», λέει ο Κοΐτσι Ουάντα, που ήταν τότε 18 ετών και παρών στο Ναγκασάκι.
Πολλοί άνθρωποι σκοτώθηκαν επίσης ή τραυματίσθηκαν σοβαρά από ιπτάμενα συντρίμμια, άλλοι από την κατάρρευση κτιρίων ή αφού εκτινάχθηκαν στον αέρα.
Οι ατομικές εκρήξεις εξέπεμψαν επίσης ακτινοβολίες βλαβερές βραχυπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα: η «νόσος των ακτίνων» έπληξε πολλούς απ’ αυτούς που επέζησαν των άμεσων καταστροφών στη Χιροσίμα και το Ναγκασάκι.
Σύνδρομα έκθεσης σε «οξεία ακτινοβολία» -εμετοί, πονοκέφαλοι, διάρροιες, αιμορραγίες, απώλεια μαλλιών- μπορούσαν να επιφέρουν το θάνατο σε μερικές εβδομάδες ή μήνες.
Και οι «χιμπακούσα» (οι επιζήσαντες της βόμβας στα ιαπωνικά) ήταν στο υπόλοιπο της ζωής τους εκτεθειμένοι σε αυξημένο κίνδυνο να αναπτύξουν ορισμένους καρκίνους.
Ο γολγοθάς, τόσο σωματικός όσο και ψυχολογικός, πολλών χιμπακούσα διήρκεσε ολόκληρη την ζωή τους. Πολλοί αποσιωπούσαν για καιρό τα βάσανά τους και υπέστησαν διακρίσεις, κυρίως όσον αφορά τον γάμο.
Αυτό επειδή πολλοί Ιάπωνες πίστευαν αδίκως επί δεκαετίες ότι «η νόσος των ακτίνων» ήταν κληρονομική, ακόμα και μεταδοτική, και απέφευγαν έτσι να συναναστρέφονται τους χιμπακούσα.
Χιμπακούσα έγιναν ένθερμοι υποστηρικτές των ειρηνιστικών και αντιπυρηνικών κινημάτων, ταξιδεύοντας σε ολόκληρο τον κόσμο για να καταθέσουν τις μαρτυρίες τους.
Μια κίνηση η οποία συνασπίζει τους επιζήσαντες που είχαν δεχθεί ακτινοβολία, η Nihon Hidankyo, η οποία καλεί τα κράτη να δράσουν για να εξαλειφθούν τα πυρηνικά όπλα, τιμήθηκε το 2024 με το Νόμπελ Ειρήνης.
Αυτά προκάλεσε η αγριότητα των διεθνιστικών ΗΠΑ.
Με αφορμή αυτό ζητείται η πλήρης απυρηνικοποίηση του πλανήτη. Μήπως όμως αυτό θα αξιοποιηθεί από διεθνιστές που θέλουν παγκόσμια ειρήνη με δικό τους τρόπο διακυβέρνησης και κανέναν αντίπαλο να την απειλεί; Θα την αποδεχθεί η Ρωσία;