Η ιταλική κουζίνα, που ήδη αποθεώνεται σε όλο τον κόσμο, ετοιμάζεται για μια νέα διάκριση: την επίσημη αναγνώρισή της ως πολιτιστικού θησαυρού από την υπηρεσία του ΟΗΕ για την Εκπαίδευση, την Επιστήμη και τον Πολιτισμό, την UNESCO.
Μια προκαταρκτική αξιολόγηση της UNESCO ενέκρινε την ένταξη της ιταλικής κουζίνας στους καταλόγους «Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς» της υπηρεσίας και η τελική απόφαση αναμένεται αύριο Τετάρτη.
Η υποψηφιότητα, που τέθηκε τον Μάρτιο του 2023 από τα υπουργεία Γεωργίας και Πολιτισμού της Ιταλίας, παρουσιάζει την ιταλική κουζίνα – από ζυμαρικά και πίτσα μέχρι ριζότο και κανόλι – ως μια κοινωνική τελετουργία που συνδέει οικογένειες και κοινότητες.
«Δεν υπάρχει ενιαία ιταλική κουζίνα, αλλά ένα μωσαϊκό τοπικών εκφραστικών ποικιλομορφιών», δήλωσε η κυβέρνηση.
Από το οσομπούκο της Λομβαρδίας — κοκκινιστό μοσχαρίσιο μπούτι γαρνιρισμένο με γκρεμολάτα, δηλαδή πράσινη σάλτσα από μυρωδικά–μέχρι το “ορεκιέτε με φύλλα γογγυλιού” της Απουλίας (δηλαδή ζυμαρικά σε σχήμα αυτιού με χόρτα γογγυλιού), κάθε περιοχή παρουσιάζει την ιταλική βιοποικιλότητα και δημιουργικότητα, ανέφερε η ίδια πηγή.
ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΑΠΟΤΥΠΩΜΑ
Η πρωθυπουργός Τζόρτζια Μελόνι έχει υποστηρίξει την προσπάθεια, χαρακτηρίζοντας την ιταλική κουζίνα σύμβολο «πολιτισμού, ταυτότητας, παράδοσης και δύναμης».
Ομάδες του κλάδου εκτιμούν ότι η αναγνώριση από την UNESCO θα μπορούσε να ενισχύσει τον τουρισμό έως και κατά 8% σε δύο χρόνια, προσθέτοντας 18 εκατομμύρια διανυκτερεύσεις. Η ιταλική κουζίνα συνδέει επίσης 59 εκατομμύρια κατοίκους με έως και 85 εκατομμύρια άτομα ιταλικής καταγωγής παγκοσμίως.
Σε παγκόσμιο επίπεδο, η ιταλική αγορά υπηρεσιών εστίασης έφτασε τα 251 δισεκατομμύρια ευρώ το 2024, ή το 19% της παγκόσμιας αγοράς εστιατορίων, ανέφερε η Deloitte. Ωστόσο, τα προϊόντα απομίμησης στο εξωτερικό κοστίζουν στην Ιταλία περίπου 120 δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως.
ΚΡΙΤΙΚΗ ΚΑΙ ΔΙΑΛΟΓΟΣ
Ωστόσο, δεν υποστηρίζουν όλοι στην Ιταλία την υποψηφιότητα για ένταξη στους καταλόγους της UNESCO, οι οποίοι ήδη περιλαμβάνουν σχεδόν 800 στοιχεία (που θεωρούνται ότι έχουν εξαιρετική παγκόσμια αξία και χρειάζονται προστασία για τις μελλοντικές γενιές), όπως το ιταλικό τραγούδι όπερας και το κυνήγι τρούφας.
Ο Αλμπέρτο Γκράντι, ιστορικός τροφίμων, χαρακτήρισε την υποψηφιότητα της UNESCO «απλώς μια επιχείρηση μάρκετινγκ» σε συνέντευξή του στον ιστότοπο Mantovauno τον περασμένο μήνα.
Στο βιβλίο του του 2024 «La cucina italiana non esiste» («Δεν υπάρχει ιταλική κουζίναι»), ο Γκράντι υποστηρίζει ότι πολλά πιάτα που θεωρούνται παραδοσιακά, συμπεριλαμβανομένων των ζυμαρικών alla καρμπονάρα, είναι σχετικά σύγχρονες εφευρέσεις επηρεασμένες από ξένους πολιτισμούς.
Τα σχόλια του Γκράντι προκάλεσαν αντιδράσεις από την ένωση αγροτών Coldiretti, η οποία χαρακτήρισε τους ισχυρισμούς του «σουρεαλιστικές επιθέσεις στην εθνική γαστρονομική παράδοση».
«Η ΤΕΧΝΗ ΤΗΣ ΦΡΟΝΤΙΔΑΣ»
Για εστιάτορες όπως η Λουιτίνα Πανταλόνε, ιδιοκτήτρια του ιστορικού Da Sabatino της Ρώμης, μια υποψηφιότητα για την UNESCO που θα προέκυπτε από τη συνάντηση της Τετάρτης στην Ινδία θα αποτελούσε πηγή υπερηφάνειας.
«Η αυθεντική ιταλική κουζίνα πρέπει να προστατεύεται», είπε, ενθυμούμενη τα παιδικά της χρόνια όταν έπλενε πιάτα μαζί με τα αδέρφια της και σημειώνοντας με υπερηφάνεια ότι είναι η τέταρτη γενιά της οικογένειάς της που διευθύνει το εστιατόριο.
Ο βραβευμένος με τρία αστέρια Michelin σεφ Μάσιμο Μποτούρα το συνόψισε: «Η ιταλική κουζίνα είναι ένα αρχαίο, καθημερινό, ιερό τελετουργικό — η τέχνη της φροντίδας και της αγάπης χωρίς να λες λέξη».
(ΑΠΕ -ΜΠΕ / photo: pixabay)








