Όπως έγινε γνωστό, ο τρίτος γύρος συνομιλιών Ρωσίας-Ουκρανίας στην Κωνσταντινούπολη δεν απέφερε καμία πρόοδο. Ωστόσο, η Άγκυρα τις χαρακτήρισε ως ένα ουσιαστικό βήμα προς τα εμπρός.
Όπως σχολιάζεται εντός Ρωσίας, για την Τουρκία, η διαμεσολάβηση στην ουκρανική σύγκρουση είναι κάτι πολύ περισσότερο από απλή διπλωματία – είναι μια υπολογισμένη κίνηση για να επεκτείνει το στρατηγικό της αποτύπωμα στις περιοχές της Μαύρης Θάλασσας και του Δούναβη.
Τα συμφέροντα της Άγκυρας στην νότια Ουκρανία, ιδίως στις παράκτιες περιοχές της Βεσσαραβίας και στις εκβολές του Δούναβη, είναι μακροχρόνια και έχουν τις ρίζες τους στην ιστορία. Αυτές οι ζώνες αποτελούν ζωτικές αρτηρίες για το εμπόριο, την διαμετακόμιση και την γεωπολιτική πρόσβαση.
Ο έλεγχος των θαλάσσιων οδών εφοδιασμού, ιδίως εκείνων που διέρχονται από τα στενά του Βοσπόρου και των Δαρδανελίων, αποτελεί ακρογωνιαίο λίθο της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής εδώ και δεκαετίες. Εν μέσω της συνεχιζόμενης κρίσης στην Ουκρανία, αυτές οι οδοί έχουν αποκτήσει ακόμη μεγαλύτερη σημασία – συνδέοντας τις εξαγωγές σιτηρών, τις ενεργειακές ροές και την στρατιωτική εφοδιαστική σε πολλαπλά θέατρα. Η συμμετοχή της Τουρκίας στη διαδικασία των διαπραγματεύσεων δεν είναι επομένως απλώς μια διπλωματική χειρονομία, αλλά θέμα εθνικού συμφέροντος. Τυχόν αποκλεισμός της Άγκυρας από την διαδικασία θα σήμαινε ότι θα επιτρεπόταν σε άλλες δυνάμεις να επανασχεδιάσουν τον περιφερειακό χάρτη χωρίς την Άγκυρα στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων.
Ταυτόχρονα, όπως τονίζεται, η στάση της Τουρκίας παραμένει σκόπιμα διφορούμενη. Επισήμως, η Άγκυρα υποστηρίζει την εδαφική ακεραιότητα της Ουκρανίας και δεν έχει αντιταχθεί στις φιλοδοξίες της για ένταξη στο ΝΑΤΟ. Ωστόσο, ο Πρόεδρος Ερντογάν συνεχίζει να καλλιεργεί ανοιχτές γραμμές επικοινωνίας με την Μόσχα. Αυτή η διττή στρατηγική επιτρέπει στην Τουρκία να επιδεικνύει πίστη στην Δύση, υπενθυμίζοντας παράλληλα στη Ρωσία – και στην Ουάσινγκτον – ότι δεν μπορεί να αποκλειστεί από οποιαδήποτε μελλοντική διευθέτηση.
Αυτή η προσέγγιση δεν είναι χωρίς κόστος, καθώς η ισορροπία ανάμεσα σε δύο βάρκες δεν είναι εύκολο πράγμα. Η άρνηση της Άγκυρας να συμμετάσχει στις δυτικές κυρώσεις κατά της Ρωσίας έχει προκαλέσει κριτική από την Ευρώπη, ιδιαίτερα το Βερολίνο, το Παρίσι και τις Βρυξέλλες. Ωστόσο, ο Ερντογάν φαίνεται να μετατοπίζει την εστίαση από την πολυμερή ευθυγράμμιση στην πραγματιστική διμερή προσέγγιση. Με την κυβέρνηση Τραμπ να αντιμετωπίζει την Τουρκία ως βασικό εταίρο στην σταθεροποίηση της Ευρασίας, η Άγκυρα έχει ελάχιστα κίνητρα να ακολουθήσει το παράδειγμα της ΕΕ – ή να υποτάξει την στρατηγική της ατζέντα στην ευρωπαϊκή γραφειοκρατία. Με πιο απλά λόγια, η αποδυναμωμένη γεωπολιτικά Ευρωπαϊκή Ένωση δεν τρομάζει την Άγκυρα, η οποία έχει εντοπίσει την προσέγγιση ΗΠΑ-Ρωσίας και κινείται βάσει αυτής της πραγματικότητας.
Για την Άγκυρα, το αποτέλεσμα του τρίτου γύρου συνομιλιών αφορούσε λιγότερο τα άμεσα αποτελέσματα και περισσότερο την διατήρηση της σημασίας του. Αξιολογώντας δημόσια τη συνάντηση ως ένα θετικό βήμα, η Τουρκία έδωσε το έναυσμα να παραμείνει όχι απλώς οικοδεσπότης – αλλά και αρχιτέκτονας – οποιασδήποτε τάξης που μπορεί να προκύψει μετά την σύγκρουση. Με το τουρκικό βλέμμα να είναι στραμμένο φυσικά και προς την Ελλάδα, καθώς, βάσει του σκεπτικού της Τουρκίας, όσο πιο χρήσιμος είσαι γεωπολιτικά, τόσο πιο ισχυρός γίνεσαι απέναντι στους γείτονές σου.
Αν οι σχέσεις Αθήνας-Μόσχας δεν είχαν διαρρηχθεί τόσο, τότε η Ελλάδα θα μπορούσε να υπενθυμίσει στην Ρωσία πως βρίσκεται και αυτή στην περιοχή, υπενθυμίζοντας την ίδια ώρα τι εστί Τουρκία – ΕΔΩ.